Το μωσαϊκό της θνησιμότητας στην Περιφέρεια Αττικής προσπάθησε να συνθέσει η νέα μελέτη του Ινστιτούτου Δημογραφικών Ερευνών και Μελετών.
Ειδικότερα, η εν λόγω μελέτη αποκαλύπτει ότι την περίοδο 2014-2021, ο Κεντρικός και ο Δυτικός Τομέας της Αττικής παρουσίασαν μεγαλύτερα ποσοστά θνησιμότητας σε σχέση με τον Βόρειο και τον Νότιο Τομέα της Περιφέρειας, και αυτό παρότι στον Δυτικό Τομέα ο μέσος όρος ηλικίας είναι χαμηλότερος από τις υπόλοιπες περιοχές της Αττικής.
Αναλυτικά:
«Η θνησιμότητα στην Ελλάδα
Σύμφωνα με τη βιβλιογραφία, υπάρχουν τρεις περίοδοι της μετάβασης της θνησιμότητας στην μεταπολεμική Ελλάδα, συναρτώμενες άμεσα με το πολιτικό και οικονομικό γίγνεσθαι, και με την πανδημία του Covid-19: 1) η προ της οικονομικής κρίσης, που περιλαμβάνει και εκτεταμένες περιόδους πολιτικής αστάθειας (π.χ. 1961-1967/ 1967-1974), 2) η περίοδος της κρίσης που ξεκίνησε το 2010, και διήρκεσε μέχρι το 2019, και 3) η περίοδος της πανδημίας Covid-19. Στην πρώτη, όπως προκύπτει από πληθώρα δημοσιεύσεων, η θνησιμότητα μειώθηκεραγδαία, ενώ από το 2010 και μετά καταγράφονται κάποιες επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης. Όσον αφορά την τελευταία, τα ευρήματα δείχνουν ότι η θνησιμότητα αυξήθηκε σημαντικά, σε μια περίοδο που διευρύνονται
και οι κοινωνικοοικονομικές ανισότητες στον χώρο της υγείας.
Η θνησιμότητα στην Αττική
Στο σύντομο αυτό άρθρο επικεντρωνόμαστε στη θνησιμότητα των Περιφερειακών Ενοτήτων (Π.Ε.) που απαρτίζουν την Περιφέρεια Αττικής (Βόρειο, Δυτικό, Κεντρικό και Νότιο Τομέα Αθηνών, Πειραιά και Νησιών).
Ελάχιστες εργασίες έχουν επικεντρωθεί στην εξέλιξη της γενικής θνησιμότητας ανάμεσα στο 2014 και το 2021 στη Περιφέρεια αυτή -και ειδικότερα στις υπο ενότητες της- μια Περιφέρεια που το 2021 συγκεντρώνει άνω του 30% του πληθυσμού της χώρας, ενώ ταυτόχρονα χαρακτηρίζεται από σημαντικές διάφορες στο εσωτερικό της.
Όσον αφορά τα δημογραφικά της χαρακτηριστικά, η πρόσφατη απογραφή αναδεικνύει κάποιες σημαντικές διαφοροποιήσεις ως προς τις ηλιακές της δομές. Έτσι η Δυτική Αττική είναι πολύ νεανικότερη, καθώς η διάμεση ηλικία του πληθυσμού της μόλις υπερβαίνει τα 41 έτη, έναντι 45,5-46 ετών των άλλων τεσσάρων Π.Ε. Όσον αφορά κοινωνικοοικονομική δομη, τα στοιχεία του 2011 (τα οποία ελάχιστα διαφέρουν από αυτά του 1991 και του 2001) αφήνουν να διαφανεί ότι οι «υψηλές» κοινωνικο-επαγγελματικές κατηγορίες υπερ-εκπροσωπούνται στις Π.Ε. του Βόρειου και του Νότιου Τομέα Αθηνών και οι «εργατικές τάξεις» στον Δυτικό αντίστοιχα, ενώ «μικτοί κοινωνικοί χώροι» είναι κυρίως αυτοί του Κεντρικού Τομέα και του Πειραιά, όπου υπάρχει «κάθετη κοινωνική διαφοροποίηση», με τις υψηλότερες κοινωνικο-επαγγελματικές τάξεις να κατοικούν στους υψηλούς ορόφους και τις εργατικές τάξεις και τους μετανάστες στα διαμερίσματα των κάτω ορόφων. Tα ευρήματα πρόσφατων μελετών δείχνουν επίσης ότι, στις περιοχές με υψηλότερα μορφωτικό επίπεδο και εισόδημα, χαμηλότερα ποσοστά αλλοδαπών και υψηλότερη κάλυψη γης σε πράσινο, η ποιότητα ζωής που σχετίζεται με την υγεία είναι καλύτερη από αυτήν στις περιοχές με τα αντίθετα χαρακτηριστικά. Συνοψίζοντας, θα μπορούσαμε να ισχυρισθούμε ότι οι καλύτερες κοινωνικοοικονομικές συνθήκες εντός της Αττικής επικρατούν στους Τομείς της Βόρειας και Νότιας Αθήνας, ενώ οι χειρότερες στον Δυτικό Τομέα.
Στο σύντομο αυτό άρθρο εξετάζουμε την διαφορική θνησιμότητα ανάμεσα στις Π.Ε. της Αττικής σε τρεις χρονικές τομές: 2014, 2019 και 2021. Για τις ανάγκες τηε ανάλυσης χρησιμοποιήθηκαν δύο δείκτες, ο Ακαθάριστος -ή Αδρός- Δείκτης Θνησιμότητας (Α.Δ.Θ.) 1, που δίδεται από την Eurostat, και ο Προτυποποιημένος Δείκτης Θνησιμότητας (Π.Δ.), δείκτη που υπολογίσαμε και που «αδρανοποιεί» τις επιπτώσεις στην μέτρηση της θνησιμότητας από διαφοροποιημένη αναμεσά στις εξεταζόμενες χωρικές ενότητες κατανομή του πληθυσμού ανά ηλικία.
Όπως ήταν αναμενόμενο, τόσο οι Α.Δ.Θ όσο και οι προτυποποιημένοι δείκτες του 2021 είναι πολύ υψηλότεροι, τόσο από αυτούς του 2019 όσο και από τους αντίστοιχους του 2014 (Πίνακας 1). Αν επικεντρωθούμε ειδικότερα στους προτυποποιημένους (Γράφημα 1) θα διαπιστώσουμε αφενός μεν μια αύξηση της θνησιμότητας ανάμεσα στο 2014 στο 2019, και εκ νέου από το 2019 έως στο 2021, αφετέρου δε μια έντονη χωρική διαφοροποίηση, καθώς ο Βόρειος και ο Νότιος Τομέας έχουν διαχρονικά τους χαμηλότερους δείκτες. Ειδικότερα, οι μόνες Π.Ε. το 2014 που κατέγραψαν την χαμηλότερη θνησιμότητα -μικρότερη των 10 θανάτων ανά 1000 κατοίκους- ήταν αυτές των δυο προαναφερθέντων Τομέων, ενώ το 2021, μεσούσης της πανδημίας, αυτές με τους υψηλότερους δείκτες (14-15,0 θανάτους ανά 1000 κατοίκους) ήταν αυτές του Δυτικού και του Κεντρικού Τομέα Αθηνών, καθώς και του Πειραιά-Νησιών.
Συμπεράσματα
Λαμβάνοντας υπόψιν τα προαναφερθέντα, θα μπορούσαμε να ισχυρισθούμε ότι τα δεδομένα της θνησιμότητας επιβεβαιώνουν τον «κοινωνικό διαχωρισμό» της Αττικής, και ως προς τη θνησιμότητα. Οι προτυποποιημένοι ειδικότερα δείκτες του 2014, 2019 και 2021, που δεν επηρεάζονται από την διαφοροποιημένη κατανομή του πληθυσμού των Π.Ε της Αττικής ανά ηλικία, δείχνουν έναν σαφή διαχωρισμό, μεταξύ Βορείου και Νοτίου Τομέα Αθηνών, από την μια μεριά, και των λοιπών ενοτήτων που χαρακτηρίζονται από υψηλότερη θνησιμότητα. Πρόσφατες δε δημοσιεύσεις, που αναφέρονται στην περίοδο της πανδημίας, αφήνουν ναδιαφανεί ότι ο Covid-19 ανέδειξε τις ανισότητες και στον χώρο της υγείας, πλήττοντας κυρίως τους κοινωνικά και οικονομικά ασθενέστερους.»
ΠΗΓΗ: aftodioikisi.gr
0 Σχόλια